Αγαπημένο μου , ημερολόγιο

Μη
δεν 
και όχι . 
Μη με αγαπάς . 
Δε νιώθω καλά . 
Όχι τώρα . 
Κυλάμε κατηφορικά 
παίρνοντας μαζί μας 
ο,τι ελπιδοφόρο κινείται . 
Δε μας αρέσει η ευτυχία . 
Δε μας αρέσει ο έρωτας.
Δε μας αρέσει ο χορός .
Μη γελάς . 
Μην κλαις .
Μη μιλάς. 
Όχι ,δεν μπορείς .
Όχι , σταμάτα .
Όχι σήμερα.
Περιπλανιέται ο αρνητισμός 
πιο γρήγορα κι απ'τον αέρα . 
Η αχαριστία χορεύει καλύτερα από εμάς. 
Κι ο έρωτας μας εκδικείται , 
επειδή τον έχουμε φθείρει .
Τον έχουμε στεγνώσει 
πριν ακόμα βραχεί . 
Φοβόμαστε να νιώσουμε . 
Στεκόμαστε απέναντι απ'την ζωή 
κι όχι δίπλα της . 
Μαχόμαστε το χρόνο 
ξεχνώντας πως είναι αναπότρεπτος . 

Θέλω να βλέπω βλέμματα 
να μου μιλούν με αλήθεια . 
Στόματα να λένε 
Μη φοβάσαι 
Δεν είσαι μόνος. 
Όχι ,μπορώ. 
Γιατί όλοι φοβόμαστε 
ψυχή μου. 
Όλα αρχίζουν και τελειώνουν 
από μια επιλογή . 
Από ένα ''Ναι''
από ένα ''σε χρειάζομαι ''
από ένα ''συγγνώμη ''
από ένα ''μπορώ''
που γίνεται ''μπορούμε'' .

L.k. 

''Βάλε φωτιά σε ο,τι σε καίει , σε ο,τι σου τρώει την ψυχή . ''(Γιορτή -Τρύπες)
ΥΓ 
Φοβόμαστε να ζήσουμε . Ακούμε καθημερινά προτάσεις γεμάτες αρνητισμό κι αντί να φεύγουμε από αυτόν , μας παρασύρει στο χάος του. Ωραίο το χάος , αλλά η ζωή ... Η ζωή είναι το πιο όμορφο χάος. Δίνουμε τα ψίχουλα σε αυτούς που ερωτευόμαστε , δίνουμε σφαλιάρες στις ευκαιρίες που στέκονται μπροστά μας. Δεν αγκαλιάζουμε στ' αλήθεια . Κλείνουμε τις πόρτες μας σε όποιον μας αγαπά , τον διώχνουμε . Γι'αυτό είμαστε όλοι μόνοι . 
Θέλω να σ'αγαπώ. 
Άφησε με . 
Θέλω να ζω μαζί σου. 
Να κάνω έρωτα μαζί σου. 
Να σε σφίγγω χωρίς να σε σκάω 
Να σε μυρίζω 
Να σε πονάω 
Να είμαι εκεί . 
Ο ένας για τον άλλον . 
Αξίζει να ζούμε ,για να έχουμε εγώ εσένα κι εσύ εμένα ,απολαμβάνοντας κάθε λεπτό του χρόνου 
κάθε σημείο του κόσμου .


Χρόνης Μίσσιος: «Η ζωή μας μια φορά μας δίνεται»


Η ζωή μας μια φορά μας δίνεται, άπαξ, που λένε, σαν μοναδική ευκαιρία. Τουλάχιστο μ’αυτήν την αυτόνομη μορφή της δεν πρόκειται να ξαναυπάρξουμε ποτέ.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Χρόνη Μίσσιου “Χαμογέλα ρε, τι σου ζητάνε?”
Και μεις τι κάνουμε, ρε αντί να τη ζήσουμε?
Τι την κάνουμε? Τη σέρνουμε από δω και από κει δολοφονώντας την…
Οργανωμένη κοινωνία, οργανωμένες ανθρώπινες σχέσεις.
Μα αφού είναι οργανωμένες, πως είναι σχέσεις?
Σχέση σημαίνει συνάντηση, σημαίνει έκπληξη, σημαίνει γέννα συναισθήματος, πως να οργανώσεις τα συναισθήματα…
Έτσι, μ’αυτήν την κωλοεφεύρεση που τη λένε ρολόι, σπρώχνουμε τις ώρες και τις μέρες σα να μας είναι βάρος, και μας είναι βάρος, γιατί δε ζούμε, κατάλαβες?
Όλο κοιτάμε το ρολόι, να φύγει κι αυτή η ώρα, να φύγει κι αυτή η μέρα, να έρθει το αύριο, και πάλι φτου κι απ’την αρχή.
Χωρίσαμε τη μέρα σε πτώματα στιγμών, σε σκοτωμένες ώρες που θα τις θάβουμε μέσα μας, μέσα στις σπηλιές του είναι μας, στις σπηλιές όπου γεννιέται η ελευθερία της επιθυμίας, και τις μπαζώνουμε με όλων των ειδών τα σκατά και τα σκουπίδια που μας πασάρουν σαν “αξίες”, σαν “ηθική”, σαν “πολιτισμό”.
Κάναμε το σώμα μας ένα απέραντο νεκροταφείο δολοφονημένων επιθυμιών και προσδοκιών, αφήνουμε τα πιο σημαντικά, τα πιο ουσιαστικά πράγματα, όπως να παίξουμε και να χαρούμε μεταξύ μας, να παίξουμε και να χαρούμε με τα παιδιά και τα ζώα, με τα λουλούδια και τα δέντρα, να κάνουμε έρωτα, να απολαύσουμε τη φύση, τις ομορφιές του ανθρώπινου χεριού και του πνεύματος, να κατεβούμε τρυφερά μέσα μας, να γνωρίσουμε τον εαυτό μας και το διπλανό μας…
Όλα, όλα τα αφήνουμε για το άυριο που δεν θα ‘ρθει ποτέ…
Μόνο όταν ο θάνατος χτυπήσει κάποιο αγαπημένο μας πρόσωπο πονάμε, γιατί συνήθως σκεφτόμαστε πως θέλαμε να του πούμε τόσα σημαντικά πράγματα, όπως πόσο τον αγαπούσαμε, πόσο σημαντικός ήταν για εμάς… Όμως το αφήσαμε για αύριο…
Για να πάμε που?
Αφού ανατέλλει, δύει ο ήλιος και δεν πάμε πουθενά αλλού, παρά μόνο στο θάνατο και μεις οι μαλάκες, αντί να κλαίμε το δειλινό που χάθηκε άλλη μια μέρα απ’τη ζωή μας, χαιρόμαστε.
Ξέρεις γιατί?
Γιατί η μέρα μας είναι φορτωμένη με οδύνη, αντί να είναι μια περιπέτεια, μια σύγκρουση με τα όρια της ελευθερίας μας.
Την καταντήσαμε έναν καθημερινό, χωρίς καμμία ελπίδα ανάστασης, θάνατο, διότι αυτός είναι ο θάνατος. Ο άλλος, όταν γεράσουμε σε αρμονία και ελευθερία με τον εαυτό μας, όταν δηλαδή παραμείνουμε εμείς, δεν είναι θάνατος, είναι μετάβαση, είναι διάσπαση σε μύριες άλλες ζωές, στις οποίες, αν εδώ, σε τούτη τη μορφή ζωής είσαι ζωντανός, αν δεν δολοφονήσεις την ουσία σου, εκεί θα δώσεις χάρη και ομορφιά, όπως η Μαρία που φούνταρε προχθές απ’την ταράτσα για να μην πεθάνει.
Ήρθανε να την πάρουν και η Μαρία είπε το όχι με τον πιο αμετάκλητο τρόπο. Πήγαμε στην κηδεία της και τι άκουσα τον παπά να λέει: “Χους ει και εις χουν απελεύσει”. Και τότε κατάλαβα πως η Μαρία σώθηκε. Του χρόνου, όλα τα στοιχεία της, που τα κράτησε ζωντανά σε τούτη τη μορφή ζωής, θα γίνουν πανσέδες, δέντρα, πουλιά, ποτάμια…”





Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις